Παρασκευή 15 Ιουνίου 2012

Η δικαίωση του Χομπς

Πολ Ρικέρ: «Είμαι ενθουσιασμένος με το γεγονός ότι η φιλοσοφία έχει κατεβεί στον δρόμο, όπως στην αρχαία Ελλάδα»

Πώς εξηγείται η τόση ζωντάνια του παρά τα ενενήντα του χρόνια; Να 'ναι τα χρόνια που δίδαξε στην Αμερική, κι ύστερα στη Ναντέρ και στη Σορβόννη; Να 'ναι η αγάπη που του τρέφουν οι νέοι; Ή μήπως η πίστη του στις ιδέες του; Ο Πoλ Ρικέρ αποπειράται να δώσει ο ίδιος μιαν απάντηση. «Ζω ένα είδος εθισμού με τον θάνατο», λέει στην Κοριέρε ντέλα Σέρα. «Από τη μια, τον αποδέχομαι ως τον μεγάλο εξισωτή: ο φιλόσοφος πεθαίνει όπως όλοι οι άλλοι. Από την άλλη, έχω μια μεγάλη αγάπη για τη ζωή, θέλω να ζήσω, μου αρέσει η ζωή. Πρέπει έτσι να πολεμώ τη δυστυχία, όπως και την ηδονή της δυστυχίας, που είναι σχεδόν μια αμαρτία. Πρέπει να πολεμώ ακόμη την απειλή της ανίας, που λέει: αυτό που συμβαίνει το έχω ξαναδεί. Δεν θέλω να καταστήσω τον θάνατο μια πράξη ζωής, θέλω να αισθάνομαι ζωντανός μέχρι τον θάνατο». Ο Γάλλος φιλόσοφος και θεωρητικός της Ερμηνευτικής κάνει μια θεμελιώδη διαπίστωση: ολόκληρος ο δυτικός πολιτισμός έχει περάσει από την αισιοδοξία του Λοκ για την πρόοδο του πολιτισμού στην πεποίθηση του Χομπς ότι ο κόσμος κυριαρχείται από τον θάνατο, από τα «θλιβερά πάθη», όπως τα ονόμαζε ο Σπινόζα. Αυτό που διακρίνει τον άνθρωπο από το ζώο είναι η ωμότητά του, η ικανότητά του να κάνει τον συνάνθρωπό του να υποφέρει και η χαρά που αισθάνεται γι' αυτό. Ο φθόνος, το μίσος, η χαρά του βασανισμού: ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τα «θλιβερά πάθη» ως μια διαρκή δεξαμενή. Σε αυτόν τον πόλεμο όλων εναντίον όλων έρχεται ως αντίβαρο η τάση του ανθρώπου προς τη φιλία. Στον μύθο του Λεβιάθαν αντιπαρατίθεται ο πολιτικός μύθος, ο μύθος της φιλελεύθερης πολιτικής φιλοσοφίας… [Μιχάλης Μητσός, Τα Νέα, 5/3/2003]